Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ποτνιάομαι
πότνια
ποτνιασμός
Ποτνιάς
ποτός
πότος
πουλυβότειρα
που
ποῦ
πούς
ποώδης
πρᾶγμα
πραγματεία
πραγματεύομαι
πραγματευτέος
πραγματικός
πραγμάτιον
πραγματοδίφης
πραγματώδης
πρᾶγος
πραιτώριον
View word page
ποώδης
ποώδης πο-ώδης, Ionic ποι-ώδης, ες πόα, εἶδος like grass, grassy, Hdt., etc.
ShortDef
like grass, grassy
Debugging
Headword:
ποώδης
Headword (normalized):
ποώδης
Headword (normalized/stripped):
ποωδης
IDX:
27188
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n27220
Key:
pow/dhs
Data
{'content': 'ποώδης\n πο-ώδης, Ionic ποι-ώδης, ες\n πόα, εἶδος\n like grass, grassy, Hdt., etc.', 'key': 'pow/dhs'}