Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

Ποσειδεών
Ποσειδώνιος
Ποσειδῶν
πόσε
πόσθη
πόσθων
Ποσιδήϊος
ποσίνδα
πόσις
πόσις2
ποσός
πόσος
ποσόω
ποσσῆμαρ
ποσσίκροτος
ποσταῖος
πόστος
ποταίνιος
ποταμέλγω
ποταμηδόν
ποτάμιος
View word page
ποσός
ποσός ποσός, ή, όν indef. adj. of a certain quantity or magnitude, Lat. aliquantus, Plat., etc.

ShortDef

of a certain quantity

Debugging

Headword:
ποσός
Headword (normalized):
ποσός
Headword (normalized/stripped):
ποσος
IDX:
27129
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n27161
Key:
poso/s

Data

{'content': 'ποσός\n ποσός, ή, όν\n indef. adj. of a certain quantity or magnitude, Lat. aliquantus, Plat., etc.', 'key': 'poso/s'}