Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πολυφράδμων
πολυφρόντιστος
πολυφροσύνη
πολύφρων
πολύφωνος
πολύχαλκος
πολυχανδής
πολυχειρία
πολύχειρ
πολυχορδία
πολύχορδος
πολυχρηματέω
πολυχρηματία
πολυχρήματος
πολύχρηστος
πολυχρόνιος
πολύχρυσος
πολυχρώματος
πολύχυτος
πολύχωρος
πολύχωστος
View word page
πολύχορδος
πολύχορδος πολύ-χορδος, ον, χορδή many-stringed, Theocr.: many-toned, of the flute, Plat.; also, π. ᾠδαί Eur.; π. γῆρυς the sound of many strings, Eur.

ShortDef

many-stringed

Debugging

Headword:
πολύχορδος
Headword (normalized):
πολύχορδος
Headword (normalized/stripped):
πολυχορδος
IDX:
26988
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n27020
Key:
polu/xordos

Data

{'content': 'πολύχορδος\n πολύ-χορδος, ον,\n χορδή\n many-stringed, Theocr.: many-toned, of the flute, Plat.; also, π. ᾠδαί Eur.; π. γῆρυς the sound of many strings, Eur.', 'key': 'polu/xordos'}