Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πολύστροφος
πολύστυλος
πολυσύλλαβος
πολυσχήμων
πολύσχιστος
πολύσωρος
πολυτάλαντος
πολυταρβής
πολυτεκνία
πολύτεκνος
πολυτέλεια
πολυτελής
πολυτερπής
πολυτέχνης
πολυτεχνία
πολύτεχνος
πολυτίμητος
πολύτιμος
πολύτιτος
πολύτλας
πολυτλήμων
View word page
πολυτέλεια
πολυτέλεια πολῠτέλεια, ἡ, extravagance, Hdt., Thuc. from πολῠτελής

ShortDef

extravagance

Debugging

Headword:
πολυτέλεια
Headword (normalized):
πολυτέλεια
Headword (normalized/stripped):
πολυτελεια
IDX:
26942
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26974
Key:
polute/leia

Data

{'content': 'πολυτέλεια\n πολῠτέλεια, ἡ,\n extravagance, Hdt., Thuc.\n from πολῠτελής', 'key': 'polute/leia'}