Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πολύστιχος
πολύστονος
πολυστροφία
πολύστροφος
πολύστυλος
πολυσύλλαβος
πολυσχήμων
πολύσχιστος
πολύσωρος
πολυτάλαντος
πολυταρβής
πολυτεκνία
πολύτεκνος
πολυτέλεια
πολυτελής
πολυτερπής
πολυτέχνης
πολυτεχνία
πολύτεχνος
πολυτίμητος
πολύτιμος
View word page
πολυταρβής
πολυταρβής πολῠ-ταρβής, ές τάρβος much-frightened, Anth.

ShortDef

much-frightened

Debugging

Headword:
πολυταρβής
Headword (normalized):
πολυταρβής
Headword (normalized/stripped):
πολυταρβης
IDX:
26939
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26971
Key:
polutarbh/s

Data

{'content': 'πολυταρβής\n πολῠ-ταρβής, ές\n τάρβος\n much-frightened, Anth.', 'key': 'polutarbh/s'}