Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
πολυστιχία
πολύστιχος
πολύστονος
πολυστροφία
πολύστροφος
πολύστυλος
πολυσύλλαβος
πολυσχήμων
πολύσχιστος
πολύσωρος
πολυτάλαντος
πολυταρβής
πολυτεκνία
πολύτεκνος
πολυτέλεια
πολυτελής
πολυτερπής
πολυτέχνης
πολυτεχνία
πολύτεχνος
πολυτίμητος
View word page
πολυτάλαντος
πολυτάλαντος πολῠτάλαντος, ον, τάλαντον worth many talents, Luc. possessing many talents, Luc.
ShortDef
worth many talents
Debugging
Headword:
πολυτάλαντος
Headword (normalized):
πολυτάλαντος
Headword (normalized/stripped):
πολυταλαντος
IDX:
26938
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26970
Key:
poluta/lantos
Data
{'content': 'πολυτάλαντος\n πολῠτάλαντος, ον,\n τάλαντον\n worth many talents, Luc.\n possessing many talents, Luc.', 'key': 'poluta/lantos'}