Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
πολυστέλεχος
πολυστένακτος
πολυστεφής
πολυστιχία
πολύστιχος
πολύστονος
πολυστροφία
πολύστροφος
πολύστυλος
πολυσύλλαβος
πολυσχήμων
πολύσχιστος
πολύσωρος
πολυτάλαντος
πολυταρβής
πολυτεκνία
πολύτεκνος
πολυτέλεια
πολυτελής
πολυτερπής
πολυτέχνης
View word page
πολυσχήμων
πολυσχήμων πολυ-σχήμων, ον, σχῆμα of many shapes, varied in form, Strab.
ShortDef
of many shapes, varied in form
Debugging
Headword:
πολυσχήμων
Headword (normalized):
πολυσχήμων
Headword (normalized/stripped):
πολυσχημων
IDX:
26935
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26967
Key:
polusxh/mwn
Data
{'content': 'πολυσχήμων\n πολυ-σχήμων, ον,\n σχῆμα\n of many shapes, varied in form, Strab.', 'key': 'polusxh/mwn'}