Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
πολυστάφυλος
πολύσταχυς
πολύστεγος
πολυστέλεχος
πολυστένακτος
πολυστεφής
πολυστιχία
πολύστιχος
πολύστονος
πολυστροφία
πολύστροφος
πολύστυλος
πολυσύλλαβος
πολυσχήμων
πολύσχιστος
πολύσωρος
πολυτάλαντος
πολυταρβής
πολυτεκνία
πολύτεκνος
πολυτέλεια
View word page
πολύστροφος
πολύστροφος πολύ-στροφος, ον, στρέφω much-twisted, Anth.
ShortDef
much-twisted
Debugging
Headword:
πολύστροφος
Headword (normalized):
πολύστροφος
Headword (normalized/stripped):
πολυστροφος
IDX:
26932
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26964
Key:
polu/strofos
Data
{'content': 'πολύστροφος\n πολύ-στροφος, ον,\n στρέφω\n much-twisted, Anth.', 'key': 'polu/strofos'}