Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πολύσπλαγχνος
πολύς
πολύσπορος
πολυστάφυλος
πολύσταχυς
πολύστεγος
πολυστέλεχος
πολυστένακτος
πολυστεφής
πολυστιχία
πολύστιχος
πολύστονος
πολυστροφία
πολύστροφος
πολύστυλος
πολυσύλλαβος
πολυσχήμων
πολύσχιστος
πολύσωρος
πολυτάλαντος
πολυταρβής
View word page
πολύστιχος
πολύστιχος πολύ-στῐχος, ον, in many rows, Strab.

ShortDef

in many rows

Debugging

Headword:
πολύστιχος
Headword (normalized):
πολύστιχος
Headword (normalized/stripped):
πολυστιχος
IDX:
26929
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26961
Key:
polu/stixos

Data

{'content': 'πολύστιχος\n πολύ-στῐχος, ον,\n in many rows, Strab.', 'key': 'polu/stixos'}