Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πολύσκαρθμος
πολύσκηπτρος
πολυσπαθής
πολύσπαστος
πολυσπερής
πολύσπλαγχνος
πολύς
πολύσπορος
πολυστάφυλος
πολύσταχυς
πολύστεγος
πολυστέλεχος
πολυστένακτος
πολυστεφής
πολυστιχία
πολύστιχος
πολύστονος
πολυστροφία
πολύστροφος
πολύστυλος
πολυσύλλαβος
View word page
πολύστεγος
πολύστεγος πολύ-στεγος, ον, στέγη with many stories, Strab.

ShortDef

with many stories

Debugging

Headword:
πολύστεγος
Headword (normalized):
πολύστεγος
Headword (normalized/stripped):
πολυστεγος
IDX:
26924
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26956
Key:
polu/stegos

Data

{'content': 'πολύστεγος\n πολύ-στεγος, ον,\n στέγη\n with many stories, Strab.', 'key': 'polu/stegos'}