Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πολύμετρος
πολυμηκάς
πολύμηλος
πολύμηνις
πολύμητις
πολυμηχανία
πολυμήχανος
πολυμιγής
πολυμισής
πολυμνήστευτος
πολυμνήστη
πολύμνηστος
Πολύμνια
πολύμουσος
πολύμοχθος
πολύμυθος
πολύναος
πολυναύτης
πολυνεικής
πολυνεφέλας
πολυνιφής
View word page
πολυμνήστη
πολυμνήστη πολυ-μνήστη, ἡ, μνάομαι much courted or wooed, wooed by many, Od.

ShortDef

much courted

Debugging

Headword:
πολυμνήστη
Headword (normalized):
πολυμνήστη
Headword (normalized/stripped):
πολυμνηστη
IDX:
26835
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26867
Key:
polumnh/sth

Data

{'content': 'πολυμνήστη\n πολυ-μνήστη, ἡ,\n μνάομαι\n much courted or wooed, wooed by many, Od.', 'key': 'polumnh/sth'}