Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πολυμελής
πολυμερής
πολύμετρος
πολυμηκάς
πολύμηλος
πολύμηνις
πολύμητις
πολυμηχανία
πολυμήχανος
πολυμιγής
πολυμισής
πολυμνήστευτος
πολυμνήστη
πολύμνηστος
Πολύμνια
πολύμουσος
πολύμοχθος
πολύμυθος
πολύναος
πολυναύτης
πολυνεικής
View word page
πολυμισής
πολυμισής πολῠ-μῑσής, ές μῖσος much-hating, Luc.

ShortDef

much-hating

Debugging

Headword:
πολυμισής
Headword (normalized):
πολυμισής
Headword (normalized/stripped):
πολυμισης
IDX:
26833
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26865
Key:
polumish/s

Data

{'content': 'πολυμισής\n πολῠ-μῑσής, ές\n μῖσος\n much-hating, Luc.', 'key': 'polumish/s'}