Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πολύλογος
πολυμαθής
πολυμαθία
πολύμακαρ
πολυμανής
πολυμάχητος
πολυμεθής
πολυμελής
πολυμερής
πολύμετρος
πολυμηκάς
πολύμηλος
πολύμηνις
πολύμητις
πολυμηχανία
πολυμήχανος
πολυμιγής
πολυμισής
πολυμνήστευτος
πολυμνήστη
πολύμνηστος
View word page
πολυμηκάς
πολυμηκάς πολῠ-μηκάς, άδος, much bleating, Bacis ap. Hdt.

ShortDef

much bleating

Debugging

Headword:
πολυμηκάς
Headword (normalized):
πολυμηκάς
Headword (normalized/stripped):
πολυμηκας
IDX:
26826
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26858
Key:
polumhka/s

Data

{'content': 'πολυμηκάς\n πολῠ-μηκάς, άδος,\n much bleating, Bacis ap. Hdt.', 'key': 'polumhka/s'}