Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πολυλήϊος
πολύλλιθος
πολύλλιστος
πολυλογία
πολύλογος
πολυμαθής
πολυμαθία
πολύμακαρ
πολυμανής
πολυμάχητος
πολυμεθής
πολυμελής
πολυμερής
πολύμετρος
πολυμηκάς
πολύμηλος
πολύμηνις
πολύμητις
πολυμηχανία
πολυμήχανος
πολυμιγής
View word page
πολυμεθής
πολυμεθής πολῠ-μεθής, ές μέθυ drinking much wine, Anth.

ShortDef

drinking much wine

Debugging

Headword:
πολυμεθής
Headword (normalized):
πολυμεθής
Headword (normalized/stripped):
πολυμεθης
IDX:
26822
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26854
Key:
polumeqh/s

Data

{'content': 'πολυμεθής\n πολῠ-μεθής, ές\n μέθυ\n drinking much wine, Anth.', 'key': 'polumeqh/s'}