Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
πολύκωπος
πολυλήϊος
πολύλλιθος
πολύλλιστος
πολυλογία
πολύλογος
πολυμαθής
πολυμαθία
πολύμακαρ
πολυμανής
πολυμάχητος
πολυμεθής
πολυμελής
πολυμερής
πολύμετρος
πολυμηκάς
πολύμηλος
πολύμηνις
πολύμητις
πολυμηχανία
πολυμήχανος
View word page
πολυμάχητος
πολυμάχητος πολῠ-μάχητος, ον, μάχομαι much-fought-for, Luc.
ShortDef
much-fought-for
Debugging
Headword:
πολυμάχητος
Headword (normalized):
πολυμάχητος
Headword (normalized/stripped):
πολυμαχητος
IDX:
26821
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26853
Key:
poluma/xhtos
Data
{'content': 'πολυμάχητος\n πολῠ-μάχητος, ον,\n μάχομαι\n much-fought-for, Luc.', 'key': 'poluma/xhtos'}