Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀνειπεῖν
ἀνείργω
ἀνείρω
ἀνείσοδος
ἀνεισφορία
ἀνείσφορος
ἀνέκαθεν
ἀνεκάς
ἀνέκβατος
ἀνεκδιήγητος
ἀνέκδοτος
ἀνέκδρομος
ἀνεκλάλητος
ἀνεκπίμπλημι
ἀνέκπληκτος
ἀνεκτέος
ἀνεκτός
ἀνέλεγκτος
ἀνελέγχω
ἀνελεήμων
ἀνέλεος
View word page
ἀνέκδοτος
ἀνέκδοτος not given in marriage, Dem., etc.
ShortDef
not given in marriage
Debugging
Headword:
ἀνέκδοτος
Headword (normalized):
ἀνέκδοτος
Headword (normalized/stripped):
ανεκδοτος
IDX:
2684
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n2685
Key:
a)ne/kdotos
Data
{'content': 'ἀνέκδοτος\n not given in marriage, Dem., etc.', 'key': 'a)ne/kdotos'}