Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πολυθεάμων
πολύθεος
πολύθερμος
πολύθηρος
πολυθρέμμων
πολυθρήνητος
πολύθρηνος
πολύθριξ
πολύθροος
πολυθρύλητος
πολύθυρος
πολύθυτος
πολυϊδρεία
πολύϊδρις
πολύϊππος
πολυΐστωρ
πολύϊχθυς
πολυκαγκής
πολυκαής
πολυκαισαρίη
πολυκάμμορος
View word page
πολύθυρος
πολύθυρος πολύ-θῠρος, ον, θύρα with many doors or openings, Luc. with many leaves, of tablets, Eur.

ShortDef

with many doors

Debugging

Headword:
πολύθυρος
Headword (normalized):
πολύθυρος
Headword (normalized/stripped):
πολυθυρος
IDX:
26760
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26792
Key:
polu/quros

Data

{'content': 'πολύθυρος\n πολύ-θῠρος, ον,\n θύρα\n with many doors or openings, Luc.\n with many leaves, of tablets, Eur.', 'key': 'polu/quros'}