Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πολυηχής
πολυήχητος
πολυθάητος
πολυθαρσής
πολυθεάμων
πολύθεος
πολύθερμος
πολύθηρος
πολυθρέμμων
πολυθρήνητος
πολύθρηνος
πολύθριξ
πολύθροος
πολυθρύλητος
πολύθυρος
πολύθυτος
πολυϊδρεία
πολύϊδρις
πολύϊππος
πολυΐστωρ
πολύϊχθυς
View word page
πολύθρηνος
πολύθρηνος πολύ-θρηνος, ον, much-wailing, Aesch.

ShortDef

much-wailing

Debugging

Headword:
πολύθρηνος
Headword (normalized):
πολύθρηνος
Headword (normalized/stripped):
πολυθρηνος
IDX:
26756
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26788
Key:
polu/qrhnos

Data

{'content': 'πολύθρηνος\n πολύ-θρηνος, ον,\n much-wailing, Aesch.', 'key': 'polu/qrhnos'}