Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πολυηγόρος
πολυήκοος
πολυήμερος
πολυήρατος
πολυηχής
πολυήχητος
πολυθάητος
πολυθαρσής
πολυθεάμων
πολύθεος
πολύθερμος
πολύθηρος
πολυθρέμμων
πολυθρήνητος
πολύθρηνος
πολύθριξ
πολύθροος
πολυθρύλητος
πολύθυρος
πολύθυτος
πολυϊδρεία
View word page
πολύθερμος
πολύθερμος πολύ-θερμος, ον, very warm or hot, Plut.

ShortDef

very warm

Debugging

Headword:
πολύθερμος
Headword (normalized):
πολύθερμος
Headword (normalized/stripped):
πολυθερμος
IDX:
26752
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26784
Key:
polu/qermos

Data

{'content': 'πολύθερμος\n πολύ-θερμος, ον,\n very warm or hot, Plut.', 'key': 'polu/qermos'}