Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πολύδωρος
πολύεδρος
πολυειδής
πολυειδία
πολυέλαιος
πολυέλικτος
πολυεπαίνετος
πολυεπής
πολυέραστος
πολύεργος
πολυετής
πολύευκτος
πολυεύχετος
πολύζηλος
πολυζήλωτος
πολύζυγος
πολυηγόρος
πολυήκοος
πολυήμερος
πολυήρατος
πολυηχής
View word page
πολυετής
πολυετής πολυ-ετής, ές ἔτος of many years, full of years, Eur.

ShortDef

of many years, full of years

Debugging

Headword:
πολυετής
Headword (normalized):
πολυετής
Headword (normalized/stripped):
πολυετης
IDX:
26736
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26768
Key:
polueth/s

Data

{'content': 'πολυετής\n πολυ-ετής, ές\n ἔτος\n of many years, full of years, Eur.', 'key': 'polueth/s'}