Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
Πολυδεύκης
Πολυδεύκιον
πολύδικος
πολυδινής
πολυδίψιος
πολύδονος
πολύδοξος
πολυδωρία
πολύδωρος
πολύεδρος
πολυειδής
πολυειδία
πολυέλαιος
πολυέλικτος
πολυεπαίνετος
πολυεπής
πολυέραστος
πολύεργος
πολυετής
πολύευκτος
πολυεύχετος
View word page
πολυειδής
πολυειδής πολυ-ειδής, ές εἶδος of many kinds, Thuc., Plat.
ShortDef
of many kinds
Debugging
Headword:
πολυειδής
Headword (normalized):
πολυειδής
Headword (normalized/stripped):
πολυειδης
IDX:
26728
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26760
Key:
polueidh/s
Data
{'content': 'πολυειδής\n πολυ-ειδής, ές\n εἶδος\n of many kinds, Thuc., Plat.', 'key': 'polueidh/s'}