Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πολύγομφος
πολυγονέομαι
πολυγονία
πολύγονος
πολυδαίδαλος
πολυδάκρυος
πολύδακρυς
πολυδάκρυτος
πολυδάπανος
πολυδέγμων
πολυδειράς
πολυδέκτης
πολύδενδρος
πολυδερκής
πολύδεσμος
Πολυδεύκης
Πολυδεύκιον
πολύδικος
πολυδινής
πολυδίψιος
πολύδονος
View word page
πολυδειράς
πολυδειράς πολυ-δειράς, άδος, δειρή with many ridges, Il.

ShortDef

with many ridges
many-necked

Debugging

Headword:
πολυδειράς
Headword (normalized):
πολυδειράς
Headword (normalized/stripped):
πολυδειρας
IDX:
26713
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26745
Key:
poludeira/s1

Data

{'content': 'πολυδειράς\n πολυ-δειράς, άδος,\n δειρή\n with many ridges, Il.', 'key': 'poludeira/s1'}