Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
πολυγαθής
πολυγάλακτος
πολυγηθής
πολύγλευκος
πολύγλωσσος
πολύγναμπτος
πολυγνώμων
πολύγνωτος
πολύγομφος
πολυγονέομαι
πολυγονία
πολύγονος
πολυδαίδαλος
πολυδάκρυος
πολύδακρυς
πολυδάκρυτος
πολυδάπανος
πολυδέγμων
πολυδειράς
πολυδέκτης
πολύδενδρος
View word page
πολυγονία
πολυγονία πολυγονία, ἡ, fecundity, Plat. from πολύγονος
ShortDef
fecundity
Debugging
Headword:
πολυγονία
Headword (normalized):
πολυγονία
Headword (normalized/stripped):
πολυγονια
IDX:
26705
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26737
Key:
polugoni/a
Data
{'content': 'πολυγονία\n πολυγονία, ἡ,\n fecundity, Plat.\n from πολύγονος', 'key': 'polugoni/a'}