Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
πολύβουλος
πολυβούτης
πολύβροχος
πολυγαθής
πολυγάλακτος
πολυγηθής
πολύγλευκος
πολύγλωσσος
πολύγναμπτος
πολυγνώμων
πολύγνωτος
πολύγομφος
πολυγονέομαι
πολυγονία
πολύγονος
πολυδαίδαλος
πολυδάκρυος
πολύδακρυς
πολυδάκρυτος
πολυδάπανος
πολυδέγμων
View word page
πολύγνωτος
πολύγνωτος πολύ-γνωτος, ον, well-known, Pind.
ShortDef
Polygnotus
well-known
Debugging
Headword:
πολύγνωτος
Headword (normalized):
πολύγνωτος
Headword (normalized/stripped):
πολυγνωτος
IDX:
26702
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26734
Key:
polu/gnwtos
Data
{'content': 'πολύγνωτος\n πολύ-γνωτος, ον,\n well-known, Pind.', 'key': 'polu/gnwtos'}