Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
πολύβοτος
πολύβοτρυς
πολύβουλος
πολυβούτης
πολύβροχος
πολυγαθής
πολυγάλακτος
πολυγηθής
πολύγλευκος
πολύγλωσσος
πολύγναμπτος
πολυγνώμων
πολύγνωτος
πολύγομφος
πολυγονέομαι
πολυγονία
πολύγονος
πολυδαίδαλος
πολυδάκρυος
πολύδακρυς
πολυδάκρυτος
View word page
πολύγναμπτος
πολύγναμπτος πολύ-γναμπτος, ον, much-bent, much-twisting, Pind.: curling, frizzled, σέλινον Theocr.
ShortDef
much-bent, much-twisting
Debugging
Headword:
πολύγναμπτος
Headword (normalized):
πολύγναμπτος
Headword (normalized/stripped):
πολυγναμπτος
IDX:
26700
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26732
Key:
polu/gnamptos
Data
{'content': 'πολύγναμπτος\n πολύ-γναμπτος, ον,\n much-bent, much-twisting, Pind.: curling, frizzled, σέλινον Theocr.', 'key': 'polu/gnamptos'}