Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
πολλαχόσε
πολλαχοῦ
πολλαχῶς
πολλοδεκάκις
πολλοστημόριος
πολλοστός
πόλος
πολύαγρος
πολύαθλος
πολύαιγος
πολύαινος
πολυᾶϊξ
πολυανδρέω
πολύανδρος
πολυανθής
πολυανθρωπία
πολυάνθρωπος
πολυάνωρ
πολυάργυρος
πολυάρατος
πολυαρκής
View word page
πολύαινος
πολύαινος πολύ-αινος, ον, αἰνέω much-praised, or full of wise speech and lore, Hom., Eur.
ShortDef
much-praised
Debugging
Headword:
πολύαινος
Headword (normalized):
πολύαινος
Headword (normalized/stripped):
πολυαινος
IDX:
26667
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26699
Key:
polu/ainos
Data
{'content': 'πολύαινος\n πολύ-αινος, ον,\n αἰνέω\n much-praised, or full of wise speech and lore, Hom., Eur.', 'key': 'polu/ainos'}