Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
πολιώδης
πολλάκις
πολλαπλάσιος
πολλαπλασιόω
πολλαπλασίωσις
πολλαπλήσιος
πολλαπλόος
πολλαχῇ
πολλαχόθεν
πολλαχόθι
πολλαχόσε
πολλαχοῦ
πολλαχῶς
πολλοδεκάκις
πολλοστημόριος
πολλοστός
πόλος
πολύαγρος
πολύαθλος
πολύαιγος
πολύαινος
View word page
πολλαχόσε
πολλαχόσε towards many sides, into many parts or quarters, Thuc.; c. gen., π. τῆς Ἀρκαδίας Xen.
ShortDef
towards many sides, into many parts
Debugging
Headword:
πολλαχόσε
Headword (normalized):
πολλαχόσε
Headword (normalized/stripped):
πολλαχοσε
IDX:
26657
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26689
Key:
pollaxo/se
Data
{'content': 'πολλαχόσε\n towards many sides, into many parts or quarters, Thuc.; c. gen., π. τῆς Ἀρκαδίας Xen.', 'key': 'pollaxo/se'}