Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πολίτης
πολιτικός
πολῖτις
πολιτοφύλαξ
πολίχνη
πολιώδης
πολλάκις
πολλαπλάσιος
πολλαπλασιόω
πολλαπλασίωσις
πολλαπλήσιος
πολλαπλόος
πολλαχῇ
πολλαχόθεν
πολλαχόθι
πολλαχόσε
πολλαχοῦ
πολλαχῶς
πολλοδεκάκις
πολλοστημόριος
πολλοστός
View word page
πολλαπλήσιος
πολλαπλήσιος πολλαπλήσιος, α, ον Ionic for πολλαπλάσιος.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πολλαπλήσιος
Headword (normalized):
πολλαπλήσιος
Headword (normalized/stripped):
πολλαπλησιος
IDX:
26652
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26684
Key:
pollaplh/sios

Data

{'content': 'πολλαπλήσιος\n πολλαπλήσιος, α, ον\n Ionic for πολλαπλάσιος.', 'key': 'pollaplh/sios'}