Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πολιτεύω
πολίτης
πολιτικός
πολῖτις
πολιτοφύλαξ
πολίχνη
πολιώδης
πολλάκις
πολλαπλάσιος
πολλαπλασιόω
πολλαπλασίωσις
πολλαπλήσιος
πολλαπλόος
πολλαχῇ
πολλαχόθεν
πολλαχόθι
πολλαχόσε
πολλαχοῦ
πολλαχῶς
πολλοδεκάκις
πολλοστημόριος
View word page
πολλαπλασίωσις
πολλαπλασίωσις from πολλαπλᾰσιόω πολλαπλᾰσίωσις, εως, multiplication, Plat.

ShortDef

multiplication

Debugging

Headword:
πολλαπλασίωσις
Headword (normalized):
πολλαπλασίωσις
Headword (normalized/stripped):
πολλαπλασιωσις
IDX:
26651
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26683
Key:
pollaplasi/wsis

Data

{'content': 'πολλαπλασίωσις\n from πολλαπλᾰσιόω\n πολλαπλᾰσίωσις, εως,\n multiplication, Plat.', 'key': 'pollaplasi/wsis'}