Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ποιολογέω
ποιονόμος
ποιός
ποῖος
ποιότης
ποι
ποιπνύω
ποῖ
ποίφυγμα
ποιφύσσω
ποιώδης
ποκίζω
ποκόομαι
πόκος
πολεμάρχειος
πολεμαρχέω
πολέμαρχος
πολεμέω
πολεμηδόκος
πολεμήϊος
πολεμησείω
View word page
ποιώδης
ποιώδης ποι-ώδης, ες εἶδος like grass, Hdt.

ShortDef

like grass
qualitative

Debugging

Headword:
ποιώδης
Headword (normalized):
ποιώδης
Headword (normalized/stripped):
ποιωδης
IDX:
26586
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26618
Key:
poiw/dhs1

Data

{'content': 'ποιώδης\n ποι-ώδης, ες\n εἶδος\n like grass, Hdt.', 'key': 'poiw/dhs1'}