Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ποικιλόβουλος
ποικιλόγηρυς
ποικιλόδειρος
ποικιλοδέρμων
ποικιλόθριξ
ποικιλόθρονος
ποικιλομήτης
ποικιλομήχανος
ποικιλόμορφος
ποικιλόμυθος
ποικιλόνωτος
ποικιλόπτερος
ποικίλος
ποικιλόστολος
ποικιλοτερπής
ποικιλότευκτος
ποικιλότραυλος
ποικιλοφόρμιγξ
ποικιλόφρων
ποίκιλσις
ποικιλτέος
View word page
ποικιλόνωτος
ποικιλόνωτος ποικῐλό-νωτος, ον, with back of various hues, Pind., Eur.
ShortDef
with back of various hues
Debugging
Headword:
ποικιλόνωτος
Headword (normalized):
ποικιλόνωτος
Headword (normalized/stripped):
ποικιλονωτος
IDX:
26545
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26577
Key:
poikilo/nwtos
Data
{'content': 'ποικιλόνωτος\n ποικῐλό-νωτος, ον,\n with back of various hues, Pind., Eur.', 'key': 'poikilo/nwtos'}