Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ποιητός
ποιήτρια
ποιηφάγος
ποικιλάνιος
ποικιλείμων
ποικιλία
ποικίλλω
ποίκιλμα
ποικιλόβουλος
ποικιλόγηρυς
ποικιλόδειρος
ποικιλοδέρμων
ποικιλόθριξ
ποικιλόθρονος
ποικιλομήτης
ποικιλομήχανος
ποικιλόμορφος
ποικιλόμυθος
ποικιλόνωτος
ποικιλόπτερος
ποικίλος
View word page
ποικιλόδειρος
ποικιλόδειρος ποικῐλό-δειρος, ον, δειρή with variegated neck, Anth.

ShortDef

with variegated neck

Debugging

Headword:
ποικιλόδειρος
Headword (normalized):
ποικιλόδειρος
Headword (normalized/stripped):
ποικιλοδειρος
IDX:
26537
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26569
Key:
poikilo/deiros

Data

{'content': 'ποικιλόδειρος\n ποικῐλό-δειρος, ον,\n δειρή\n with variegated neck, Anth.', 'key': 'poikilo/deiros'}