Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ποιητικός
ποιητός
ποιήτρια
ποιηφάγος
ποικιλάνιος
ποικιλείμων
ποικιλία
ποικίλλω
ποίκιλμα
ποικιλόβουλος
ποικιλόγηρυς
ποικιλόδειρος
ποικιλοδέρμων
ποικιλόθριξ
ποικιλόθρονος
ποικιλομήτης
ποικιλομήχανος
ποικιλόμορφος
ποικιλόμυθος
ποικιλόνωτος
ποικιλόπτερος
View word page
ποικιλόγηρυς
ποικιλόγηρυς ποικῐλό-γηρυς, Doric ποικῐλό-γᾱρυς, υος, ὁ, ἡ, of varied voice, many-toned, Pind.
ShortDef
of varied voice, many-toned
Debugging
Headword:
ποικιλόγηρυς
Headword (normalized):
ποικιλόγηρυς
Headword (normalized/stripped):
ποικιλογηρυς
IDX:
26536
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26568
Key:
poikilo/ghrus
Data
{'content': 'ποικιλόγηρυς\n ποικῐλό-γηρυς, Doric ποικῐλό-γᾱρυς, υος, ὁ, ἡ,\n of varied voice, many-toned, Pind.', 'key': 'poikilo/ghrus'}