Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
πλατύς
πλατύτης
Πλατωνικός
Πλάτων
πλέγδην
πλέγμα
πλεθριαῖος
πλεθρίζω
πλέθρον
Πλειάδες
πλειστάκις
πλειστήρης
πλειστηρίζομαι
πλειστοβόλος
πλειστόμβροτος
πλεῖστος
πλείων
πλειών
πλέκος
πλεκτανάομαι
πλεκτάνη
View word page
πλειστάκις
πλειστάκις πλεῖστος mostly, most often, very often, Xen., etc.
ShortDef
mostly, most often, very often
Debugging
Headword:
πλειστάκις
Headword (normalized):
πλειστάκις
Headword (normalized/stripped):
πλειστακις
IDX:
26337
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26369
Key:
pleista/kis
Data
{'content': 'πλειστάκις\n πλεῖστος\n mostly, most often, very often, Xen., etc.', 'key': 'pleista/kis'}