Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
πλατυγίζω
πλατυλέσχης
πλατυντέος
πλατύνω
πλατύνωτος
πλατύπυγος
πλατύρρις
πλατύρροος
πλατύς
πλατύτης
Πλατωνικός
Πλάτων
πλέγδην
πλέγμα
πλεθριαῖος
πλεθρίζω
πλέθρον
Πλειάδες
πλειστάκις
πλειστήρης
πλειστηρίζομαι
View word page
Πλατωνικός
Πλατωνικός of Plato, Anth.; Sup. -ώτατος, Luc.: adv. -κῶς, after the manner of Plato, Strab.
ShortDef
of Plato
Debugging
Headword:
Πλατωνικός
Headword (normalized):
πλατωνικός
Headword (normalized/stripped):
πλατωνικος
IDX:
26329
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26361
Key:
*platwniko/s
Data
{'content': 'Πλατωνικός\n of Plato, Anth.; Sup. -ώτατος, Luc.: adv. -κῶς, after the manner of Plato, Strab.', 'key': '*platwniko/s'}