Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
πλατεῖον
πλάτη
πλᾶτις
πλατόομαι
πλατός
πλάτος
πλατυγίζω
πλατυλέσχης
πλατυντέος
πλατύνω
πλατύνωτος
πλατύπυγος
πλατύρρις
πλατύρροος
πλατύς
πλατύτης
Πλατωνικός
Πλάτων
πλέγδην
πλέγμα
πλεθριαῖος
View word page
πλατύνωτος
πλατύνωτος πλᾰτύ-νωτος, ον, broad-backed, Batr.
ShortDef
broad-backed
Debugging
Headword:
πλατύνωτος
Headword (normalized):
πλατύνωτος
Headword (normalized/stripped):
πλατυνωτος
IDX:
26323
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26355
Key:
platu/nwtos
Data
{'content': 'πλατύνωτος\n πλᾰτύ-νωτος, ον,\n broad-backed, Batr.', 'key': 'platu/nwtos'}