Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πλάνιος
πλανόδιος
πλάνος
πλανοστιβής
πλανύττω
πλάξ
πλάσμα
πλασματίας
πλάσσω
πλαστεύω
πλάστης
πλάστιγξ
πλαστικός
πλαστός
πλαταγέω
πλατάγημα
πλαταγή
πλαταγώνιον
Πλάταια
Πλαταιᾶσι
Πλαταιεύς
View word page
πλάστης
πλάστης πλάστης, ου, ὁ, a moulder, modeller, Plat.

ShortDef

a moulder, modeller

Debugging

Headword:
πλάστης
Headword (normalized):
πλάστης
Headword (normalized/stripped):
πλαστης
IDX:
26295
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26326
Key:
pla/sths

Data

{'content': 'πλάστης\n πλάστης, ου, ὁ,\n a moulder, modeller, Plat.', 'key': 'pla/sths'}