Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
πίστευμα
πιστευτικός
πιστεύω
πιστικός
πιστικός2
πίστις
πιστός
πιστός2
πιστότης
πιστόω
πίστρα
πίστωμα
πιστωτέος
πίσυνος
Πιτάνη
Πιτανήτης
πίτνημι
πίτνω
πιτυλεύω
πίτυλος
πιτυοκάμπτης
View word page
πίστρα
πίστρα πίστρα, ἡ, πιπίσκω a drinking-trough for cattle, Eur.
ShortDef
a drinking-trough
Debugging
Headword:
πίστρα
Headword (normalized):
πίστρα
Headword (normalized/stripped):
πιστρα
IDX:
26241
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26271
Key:
pi/stra
Data
{'content': 'πίστρα\n πίστρα, ἡ,\n πιπίσκω\n a drinking-trough for cattle, Eur.', 'key': 'pi/stra'}