Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
πισσόω
πισσωτής
πίστευμα
πιστευτικός
πιστεύω
πιστικός
πιστικός2
πίστις
πιστός
πιστός2
πιστότης
πιστόω
πίστρα
πίστωμα
πιστωτέος
πίσυνος
Πιτάνη
Πιτανήτης
πίτνημι
πίτνω
πιτυλεύω
View word page
πιστότης
πιστότης πιστότης, ητος, ἡ, good faith, honesty, Hdt., Plat.
ShortDef
good faith, honesty
Debugging
Headword:
πιστότης
Headword (normalized):
πιστότης
Headword (normalized/stripped):
πιστοτης
IDX:
26239
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26269
Key:
pisto/ths
Data
{'content': 'πιστότης\n πιστότης, ητος, ἡ,\n good faith, honesty, Hdt., Plat.', 'key': 'pisto/ths'}