Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πιπράσκω
πίπτω
Πισαῖος
Πῖσα
Πισάτης
Πίσηθεν
πίσινος
πῖσος
πίσος
πίσσα
πισσήρης
πίσσινος
πισσόω
πισσωτής
πίστευμα
πιστευτικός
πιστεύω
πιστικός
πιστικός2
πίστις
πιστός
View word page
πισσήρης
πισσήρης πισσ-ήρης, ες *ἄρω = πισσήεις, Aesch.

ShortDef

of pitch (πίσσα)

Debugging

Headword:
πισσήρης
Headword (normalized):
πισσήρης
Headword (normalized/stripped):
πισσηρης
IDX:
26227
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26257
Key:
pissh/rhs

Data

{'content': 'πισσήρης\n πισσ-ήρης, ες\n *ἄρω\n = πισσήεις, Aesch.', 'key': 'pissh/rhs'}