Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πινακηδόν
πινάκιον
πινακίσκος
πινακίς
πινακοθήκη
πινακοπώλης
πίναξ
πιναρός
Πινδάρειος
Πινδόθεν
πίνη
πινοτήρης
πινόεις
πινόομαι
πίνος
πῖν
πινύσκω
πινυτή
πινυτός
πινυτόφρων
πινώδης
View word page
πίνη
πίνη , and πίννη, ἡ, the pinna, a bivalve, with a silky beard, Com.

ShortDef

pinna

Debugging

Headword:
πίνη
Headword (normalized):
πίνη
Headword (normalized/stripped):
πινη
IDX:
26202
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26232
Key:
pi/nna

Data

{'content': 'πίνη\n , and πίννη, ἡ,\n the pinna, a bivalve, with a silky beard, Com.', 'key': 'pi/nna'}