Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πιλέω
πιλίδιον
πιλίον
πιλιπής
πιλνάω
πῖλος
πιλοφορικός
πιλοφόρος
πιλωτός
πιμελή
πιμελής
πιμπλάνομαι
Πίμπλεια
πιμπλέω
πίμπλημι
πίμπρημι
πινακηδόν
πινάκιον
πινακίσκος
πινακίς
πινακοθήκη
View word page
πιμελής
πιμελής from πῑμελή πῑμελής, ές fat, Luc., Babr.; comp. -έστερος, Luc.

ShortDef

fat

Debugging

Headword:
πιμελής
Headword (normalized):
πιμελής
Headword (normalized/stripped):
πιμελης
IDX:
26186
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26216
Key:
pimelh/s

Data

{'content': 'πιμελής\n from πῑμελή\n πῑμελής, ές\n fat, Luc., Babr.; comp. -έστερος, Luc.', 'key': 'pimelh/s'}