Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
πέτασμα
πέτασος
πέτευρον
πετεινός
πέτομαι
πετραῖος
πέτρα
πετρηδόν
πετρήεις
πετρηρεφής
πετρήρης
πετρίδιον
πέτρινος
πετροβολία
πετροβόλος
πετρόκοιτος
πετροκυλιστής
πετρορριφής
πέτρος
πετροτόμος
πετρόω
View word page
πετρήρης
πετρήρης πετρ-ήρης, ες *ἄρω of rock, rocky, Soph.
ShortDef
of rock, rocky
Debugging
Headword:
πετρήρης
Headword (normalized):
πετρήρης
Headword (normalized/stripped):
πετρηρης
IDX:
26045
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26075
Key:
petrh/rhs
Data
{'content': 'πετρήρης\n πετρ-ήρης, ες\n *ἄρω\n of rock, rocky, Soph.', 'key': 'petrh/rhs'}