Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

περιφράσσω
περιφρονέω
περιφρόνησις
περιφρουρέω
περίφρων
περιφύω
περιφυτεύω
περιφωνέω
περιχαρακόω
περιχαρής
περιχειλόω
περίχειρον
περιχέω
περίχθων
περιχορεύω
περιχρίω
περιχώομαι
περιχωρέω
περίχωρος
περιψάω
περίψημα
View word page
περιχειλόω
περιχειλόω fut. ώσω to edge round, Xen.

ShortDef

to edge round

Debugging

Headword:
περιχειλόω
Headword (normalized):
περιχειλόω
Headword (normalized/stripped):
περιχειλοω
IDX:
25974
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n26003
Key:
perixeilo/w

Data

{'content': 'περιχειλόω\n fut. ώσω\n to edge round, Xen.', 'key': 'perixeilo/w'}