Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
περιφαίνομαι
περιφάνεια
περιφανής
περίφαντος
περιφείδομαι
περιφέρεια
περιφερής
περιφερόγραμμος
περιφέρω
περιφεύγω
περιφλεγής
περιφλέγω
περιφλεύω
περίφλοιος
περιφοβέω
περίφοβος
περιφοίτησις
περίφοιτος
περιφορά
περιφορητός
περίφραγμα
View word page
περιφλεγής
περιφλεγής περιφλεγής, ές very burning. adv., -γῶς Plut. from περιφλέγω
ShortDef
very burning
Debugging
Headword:
περιφλεγής
Headword (normalized):
περιφλεγής
Headword (normalized/stripped):
περιφλεγης
IDX:
25950
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25979
Key:
periflegh/s
Data
{'content': 'περιφλεγής\n περιφλεγής, ές\n very burning. adv., -γῶς Plut.\n from περιφλέγω', 'key': 'periflegh/s'}