Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
περίτομος
περιτοξεύω
περιτρέπω
περιτρέφω
περιτρέχω
περιτρέω
περίτριμμα
περιτρομέω
περιτροπέω
περιτροπή
περιτρόχαλος
περιτροχάω
περίτροχος
περιτρώγω
περιτυγχάνω
περιτύμβιος
περιυβρίζω
περιφαίνομαι
περιφάνεια
περιφανής
περίφαντος
View word page
περιτρόχαλος
περιτρόχαλος περι-τρόχᾰλος, ον, = περίτροχος neut. pl. as adv., περιτρόχαλα κείρεσθαι to have oneʼs hair clipt all round, Hdt.
ShortDef
clipt all round
Debugging
Headword:
περιτρόχαλος
Headword (normalized):
περιτρόχαλος
Headword (normalized/stripped):
περιτροχαλος
IDX:
25933
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25962
Key:
peritro/xalos
Data
{'content': 'περιτρόχαλος\n περι-τρόχᾰλος, ον,\n = περίτροχος\n neut. pl. as adv., περιτρόχαλα κείρεσθαι to have oneʼs hair clipt all round, Hdt.', 'key': 'peritro/xalos'}