Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

περιτέλλομαι
περιτέμνω
περιτέρμων
περιτέχνησις
περιτίθημι
περιτίλλω
περιτιμήεις
περιτιταίνω
περίτμημα
περιτομή
περίτομος
περιτοξεύω
περιτρέπω
περιτρέφω
περιτρέχω
περιτρέω
περίτριμμα
περιτρομέω
περιτροπέω
περιτροπή
περιτρόχαλος
View word page
περίτομος
περίτομος περίτομος, ον, περιτέμνω cut off all round, abrupt, steep, Lat. abruptus, Polyb.

ShortDef

cut off all round, abrupt, steep

Debugging

Headword:
περίτομος
Headword (normalized):
περίτομος
Headword (normalized/stripped):
περιτομος
IDX:
25923
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25952
Key:
peri/tomos

Data

{'content': 'περίτομος\n περίτομος, ον,\n περιτέμνω\n cut off all round, abrupt, steep, Lat. abruptus, Polyb.', 'key': 'peri/tomos'}