Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

περιτείχισις
περιτείχισμα
περιτειχισμός
περιτελέθω
περιτελέω
περιτέλλομαι
περιτέμνω
περιτέρμων
περιτέχνησις
περιτίθημι
περιτίλλω
περιτιμήεις
περιτιταίνω
περίτμημα
περιτομή
περίτομος
περιτοξεύω
περιτρέπω
περιτρέφω
περιτρέχω
περιτρέω
View word page
περιτίλλω
περιτίλλω fut. -τιλῶ Pass., perf. -τέτιλμαι to pluck all round, περ. θρίδακα to strip the outside leaves off a lettuce, Hdt.; so, θρίδαξ περιτετιλμένη Hdt.

ShortDef

to pluck all round

Debugging

Headword:
περιτίλλω
Headword (normalized):
περιτίλλω
Headword (normalized/stripped):
περιτιλλω
IDX:
25918
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25947
Key:
periti/llw

Data

{'content': 'περιτίλλω\n fut. -τιλῶ\n Pass., perf. -τέτιλμαι\n to pluck all round, περ. θρίδακα to strip the outside leaves off a lettuce, Hdt.; so, θρίδαξ περιτετιλμένη Hdt.', 'key': 'periti/llw'}