Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

περιστενάζω
περιστεναχίζομαι
περιστένω
περιστερά
περιστερεών
περιστεφανόω
περιστεφής
περιστέφω
περιστίζω
περιστιχίζω
περιστοιχίζω
περίστοιχος
περιστρατοπεδεύω
περιστρέφω
περιστροφή
περιστρωφάω
περίστυλος
περισυλάω
περισύρω
περισφύριον
περισχίζω
View word page
περιστοιχίζω
περιστοιχίζω Mid. to surround as with toils or nets, of a besieging army, Dem.

ShortDef

surround as with toils

Debugging

Headword:
περιστοιχίζω
Headword (normalized):
περιστοιχίζω
Headword (normalized/stripped):
περιστοιχιζω
IDX:
25891
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25920
Key:
peristoixi/zomai

Data

{'content': 'περιστοιχίζω\n Mid. to surround as with toils or nets, of a besieging army, Dem.', 'key': 'peristoixi/zomai'}