Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

περισταδόν
περιστάζω
περίστασις
περίστατος
περισταυρόω
περιστείχω
περιστέλλω
περιστενάζω
περιστεναχίζομαι
περιστένω
περιστερά
περιστερεών
περιστεφανόω
περιστεφής
περιστέφω
περιστίζω
περιστιχίζω
περιστοιχίζω
περίστοιχος
περιστρατοπεδεύω
περιστρέφω
View word page
περιστερά
περιστερά περιστερά, ἡ, the common pigeon or dove, Hdt., Soph., etc. deriv. uncertain

ShortDef

the common pigeon

Debugging

Headword:
περιστερά
Headword (normalized):
περιστερά
Headword (normalized/stripped):
περιστερα
IDX:
25884
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25913
Key:
peristera/

Data

{'content': 'περιστερά\n περιστερά, ἡ,\n the common pigeon or dove, Hdt., Soph., etc.\n deriv. uncertain', 'key': 'peristera/'}